Σήμερα, Δ΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ἡ Ἐκκλησία μας γιόρτασε τήν μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ συγγραφέα τῆς «Κλίμακος». Ἐχθές στόν Ἑσπερινό καί σήμερα στόν Ὄρθρο καί στήν θεία Λειτουργία ἀκούσαμε τό Ἀπολυτίκιο καί τά ἄλλα τροπάρια, πού ψάλθηκαν πρός τιμήν του, νά συμπλέκονται μέ τούς ἀναστάσιμους ὕμνους τῆς Κυριακῆς καί τήν ἀκολουθία τοῦ Τριωδίου. Ὅσοι χριστιανοί ἐκκλησιάστηκαν ἐνωρίς τό πρωί ἄκουσαν καί τό Συναξάρι τοῦ Τριωδίου νά λέγει: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ τετάρτῃ τῶν Νηστειῶν, μνήμην ποιοῦμεν τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἰωάννου, τοῦ συγγραφέως τῆς “Κλίμακος”. Ταῖς αὐτοῦ πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν».
Σχετικά μέ τήν ζωή τοῦ θαυμαστοῦ αὐτοῦ Ἁγίου, γνωρίζουμε πολύ λίγα πράγματα.

Ὑπῆρξε ἕνας σεμνός ἀσκητής, πού ἔζησε μέσα στήν ταπείνωση καί τήν ὑπακοή. Δέν γνωρίζουμε οὔτε τό γένος του, οὔτε καί τήν πατρίδα του. Σέ ἡλικία 16 ἐτῶν πῆγε στό ὄρος Σινᾶ καί ἐκεῖ ἀσκήτεψε 60 ὁλοκληρα χρόνια.
Τά πρῶτα 19 του χρόνια ἔζησε στήν ὑπακοή, κάτω ἀπό τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ γέροντά του. Τά ἑπόμενα 40 χρόνια τά πέρασε σέ κάποιο σπήλαιο στό ὄρος Σινᾶ, μόνος του, μαζί μέ τόν Θεό.
Τά 4 μέ 5 τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του ἔκανε καί πάλι ὑπακοή στήν παράκληση τῶν ἀδελφῶν καί δέχθηκε νά ἀναλάβει τήν Ἡγουμενία καί τήν πνευματική καθοδήγηση τῶν ἀδελφῶν τοῦ Μοναστηριοῦ. Δέν ἔκανε θαύματα, οὔτε ζωντανός, οὔτε καί μετά θάνατον. Ἡ μακρόχρονη ζωή του ἦταν σφραγισμένη μέ τήν σφραγίδα τῆς προσευχῆς, τῆς ταπείνωσης καί τῆς ὑπακοῆς.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης κοιμήθηκε ἐν Κυρίῳ σέ ἡλικία ὀγδόντα περίπου ἐτῶν, τήν 30ή Μαρτίου τοῦ ἔτους 600 μ.Χ. Τήν ἡμέρα αὐτή ἀναγράφεται ἡ μνήμη του στό Ἑορτολόγιο καί ὑπάρχει ἡ ἀκολουθία του στό Μηναῖο. Ἡ μνήμη του ὅμως γιορτάζεται καί σήμερα, τήν Δ´ Κυριακή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, γιατί κατά τίς καθημερινές τῆς περιόδου τῶν Νηστειῶν, ὅπως γνωρίζουμε, δέν ἐπιτρέπεται ὁ ἑορτασμός μνήμης ἁγίου.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τοποθέτησαν σέ μιά τόσο σπουδαία ἑορτολογική θέση τή μνήμη τοῦ ὁσίου, γιά νά προβάλλουν ὡς παράδειγμα στούς σύγχρονους ἀνθρώπους ἕναν ἄνθρωπο, πού ἔζησε σέ μιά γωνιά τῆς γῆς πρίν ἀπό 1400 περίπου χρόνια.
Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι περίοδος προσευχῆς καί λατρείας τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἔζησε καί δίδαξε τήν προσευχή. Ἡ μακρόχρονη ζωή του ἦταν ζυμωμένη μέ τήν προσευχή. Ἦταν ἄνθρωπος πού προσευχόταν συνέχεια, ἀσταμάτητα.Ἴσως δέν θά γνωρίζαμε τίποτα καί γιά τόν Ἰωάννη, ὅπως καί γιά τόσες ἄλλες χιλιάδες Ἁγίων, ἄν ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν οἰκονομοῦσε τά πράγματα γιά τήν δική μας σωτηρία.
Τοῦ ἔδωσε τό χάρισμα τῆς διδασκαλίας, προκειμένου νά στηρίξει καί νά οἰκοδομήσει τούς ἀδελφούς μοναχούς. Ὅταν ὅμως, ὅπως ἀναφέρει ὁ βιογράφος του, μερικοί πονηροί καί φθονεροί ἄνθρωποι τόν κατηγόρησαν ὡς «φλύαρο καί λογᾶ» ἀναγκάστηκε στό ἑξῆς νά κλείσει τό στόμα του γιά νά μήν ζημιώσει τούς ἀδελφούς μοναχούς.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅμως ἄνοιξε ἄλλο δρόμο προκειμένου νά φανερωθεῖ ἡ πνευματική σοφία τοῦ Ἰωάννου. Κίνησε τό χέρι του γιά νά γράψει καί νά νουθετήσει ὄχι μόνο τούς μοναχούς τοῦ Σινᾶ, τόν καιρό ἐκεῖνο, ἀλλά καί ὅλους τούς χριστιανούς μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. Ἔτσι, λοιπόν, ὁ Ἰωάννης ἔγινε συγγραφέας. Ἔγραψε ἕνα καί μόνο βιβλίο, ἀλλά πνευματικό λιοντάρι, τήν «Κλίμακα» ὅπως ὀνομάζεται.
Ὅσοι εὐτύχησαν νά ἐπισκεφθοῦν τό Σινᾶ εἶδαν καί ἀνέβηκαν μία ἀτέλειωτη σκαλισμένη σκάλα. Ἕνα-ἕνα τά σκαλοπάτια της ὁδηγοῦν ἀπό τήν γῆ στήν κορυφή τοῦ θεοβάδιστου ὄρους Σινᾶ, ὅπου ὁ Μωϋσῆς συνάντησε τόν Θεό καί πῆρε τίς πλάκες τοῦ δεκαλόγου.
Μᾶλλον ἀπ’ αὐτήν τήν ὑπερκόσμια κλίμακα ἐμπνεύστηκε καί συνέγραψε τή δική του «Κλίμακα» ὁ Ἰωάννης. Τριάντα σκαλοπάτια (τριάντα λόγοι) ὁδηγοῦν ἀπό τά γήινα στά οὐράνια, ἀπό τόν κόσμο στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι ἕνα ἀπό τά πνευματικότερα βιβλία πού ἔχουν ποτέ γραφεῖ. Ἁπλό καί σοβαρό, ἔχει μία γλυκύτητα, πού γοητεύει καί συναρπάζει, κατηχεῖ, ὁδηγεῖ, στηρίζει καί παρακινεῖ τήν ψυχή τοῦ πιστοῦ γιά νά ὁδηγηθεῖ μέ τήν ἀνάβασή της πρός τόν οὐρανό.
Γιά τήν «Κλίμακα» τοῦ Ἰωάννου ἰσχύει αὐτό πού ἀναφέρει κι ἕνας ψαλμός: «Γεύσασθε καί ἴδετε». Μόνον ὅταν κανείς τήν διαβάσει, τή γευθεῖ μπορεῖ νά καταλάβει τήν πνευματική της γλυκύτητα.
Τά στάδια τῆς πνευματικῆς τελείωσης περιγράφονται σέ 30 κεφάλαια, ὅσα καί τά χρόνια πού ἔζησε ὁ Κύριος, μέχρις ὅτου ἀρχίσει τή δημόσια δράση Του. Στά πρῶτα κεφάλαια κάνει λόγο γιά τά ἀρχικά στάδια τῆς μοναχικῆς ζωῆς: τήν ἀναχώρηση ἀπό τόν κόσμο καί ἀπό ὅ,τι θυμίζει τόν κόσμο. Στήν συνέχεια ἀναφέρεται στόν ἀγώνα τοῦ ἀσκητῆ ἀνάμεσα στίς διάφορες μορφές τῆς ἀρετῆς καί τῆς κακίας. Κάθε κεφάλαιο εἶναι ἕνας λόγος: γιά τήν ἀποταγή, γιά τήν ἀπροσπάθεια, γιά τήν ξενιτεία, γιά τήν ὑπακοή, γιά τή μετάνοια, γιά τή μνήμη θανάτου, γιά τό χαροποιό πένθος, γιά τήν ἀοργησία, γιά τήν μνησικακία, γιά τήν καταλαλιά, γιά τήν πολυλογία καί τήν σιωπή, γιά τό ψεῦδος, γιά τήν ἀκηδία, γιά τήν γαστριμαργία, γιά τήν ἁγνεία, γιά τήν φιλαργυρία, γιά τήν ἀναισθησία, γιά τόν ὕπνο καί τήν προσευχή, γιά τήν ἀγρυπνία, γιά τήν δειλία, γιά τήν κενοδοξία, γιά τήν ὑπερηφάνεια, γιά τούς λογισμούς βλασφημίας,γιά τήν πραότητα καί τήν ἁπλότητα, γιά τήν ταπεινοφροσύνη, γιά τήν διάκριση, γιά τήν ἡσυχία, γιά τήν προσευχή, γιά τήν ἀπάθεια καί τό 30ό γιά τήν ἀγάπη, τήν ἐλπίδα καί τήν πίστη.
Ἡ ἀσκητική διδασκαλία τοῦ Ἰωάννου, ὅπως ἐκτίθεται στήν Κλίμακά του, εἶναι πολύ ἁπλή καί κατανοητή. Ξεχωριστή βαρύτητα δίνει στά πένθιμα δάκρυα, πού τά χαρακτηρίζει ὡς ὅπλα ἰσχυρά ἐναντίον τῆς κακίας. Τά θεωρεῖ ὡς ἐξαιρετικά ὠφέλιμα καί λυτρωτικά. Τά συγκρίνει μάλιστα μέ τό βάπτισμα καί τά τοποθετεῖ, κατά κάποιον τρόπο, πάνω ἀπ’ αὐτό.
Πολύ ἐνδιαφέροντα καί ἐποικοδομητικά εἶναι καί τά ὅσα γράφει γιά τήν μνήμη τοῦ θανάτου καί γιά τήν ἀγάπη, πού ἐξομοιώνει ἐκεῖνον, πού τήν ἀσκεῖ, μέ τόν Θεό. Ὡστόσο τήν ἠθική συγκρότηση τοῦ Χριστιανοῦ δέν μπορεῖ νά συνθέσει μιά μόνο ἀρετή.
Στήν 28η βαθμίδα τῆς κλίμακας τοποθετεῖ ὁ Ἰωάννης τήν προσευχή, πού τήν θεωρεῖ μητέρα τῶν ἀρετῶν. Ἡ προσευχή, λέγει, εἶναι φωτιά, πού ἐγκαθίσταται στήν καρδιά τοῦ πιστοῦ καί τοῦ δίνει τήν αἴσθηση ὅτι βγῆκε ἀπό καμίνι. Τόν κάνει νά νιώθει ἀπαλλαγμένος ἀπό κάθε ἁμαρτωλό ρύπο. Εἶναι φῶς πού σκορπᾶ ἀγαλλίαση καί πνευματική λαμπρότητα. Νερό πού δροσίζει τά διψασμένα πνευματικά χείλη. Εἶναι ἕνωση καί συμφιλίωση μέ τόν Θεό, μητέρα καί θυγατέρα τῶν δακρύων, τῆς κάθαρσης καί τῆς κατάνυξης, ἐξιλασμός ἁμαρτημάτων, γεφύρι μέ τό ὁποῖο περνᾶμε τούς ποταμούς τῶν πειρασμῶν, τοῖχος πού μᾶς χωρίζει ἀπό τίς θλίψεις, συντριβή τῶν διαβολικῶν πολέμων, ἔργο τῶν ἀγγέλων, τροφή ὅλων τῶν ἀσωμάτων, μελλοντική εὐφροσύνη, ἀτέλειωτη ἐργασία, πηγή τῶν ἀρετῶν, πρόξενος χαρισμάτων, ἀφανής προκοπή, τροφή τῆς ψυχῆς, φωτισμός τοῦ νοῦ, τσεκούρι πού χτυπᾶ τήν ἀπόγνωση, ἀπόδειξη τῆς ἐλπίδας μας, διάλυση τῆς λύπης μας…
Τήν παρομοιάζει μέ βακτηρία, πού κρατᾶ σταθερά ὁ πνευματικός ὁδοιπόρος, χωρίς νά σκοντάφτει. Μά κι ἄν σκοντάφτει καμιά φορά, δέ θά πέσει. Κι ἄν πληγωθεῖ, ἡ προσευχή θά τοῦ γιατρέψει τίς πληγές. Κι ἄν ταλαντεύεται ἀπό ἀμφι-βολία στά ἄγνωστα μονοπάτια τῆς πνευματικῆς του πορείας, ἡ βακτηρία τῆς προσευχῆς θά τόν ἀπαλλάξει ἀπό τήν ἀμφιβολία.
Λυσσαλέα εἶναι ἡ πολεμική πού ἀσκεῖ ὁ πονηρός στόν προσευχόμενο Χριστιανό. Μόλις ὁ πιστός σκεφθεῖ νά προσευχηθεῖ, ἀντιμετωπίζει τίς προσβολές του. Ὅταν οἱ ἀδελφοί ἀρχίζουν τήν προσευχή συναθροίζονται οἱ ἀόρατοι ἐχθροί. Ἄλλοι ἀπ’ αὐτούς μᾶς φέρνουν ὕπνο, ἄλλοι κενοδοξία, ἄλλοι ἀκηδία, ἄλλοι ἀκάθαρτους λογισμούς, ἄλλοι μᾶς ἀποσποῦν ἀπό τήν προσευχή καί μολύνουν τό νοῦ μας, ἄλλοι μᾶς ἐμβάλλουν αἰσθητές φαντασίες καί ἐκστάσεις, ἄτοπες ἔγνοιες καί φροντίδες…
Στούς νάρθηκες τῶν Ναῶν ὁρισμένων Μοναστηριῶν ὑπάρχει μιά τοιχογραφία, πού εἰκονίζει τήν Κλίμακα τοῦ Ἰωάννου. Στήν εἰκονιζόμενη σκάλα μέ τά 30 σκαλοπάτια ἀνεβαίνουν, μέ πολύ κόπο, ἕναςἕνας οἱ πιστοί. Ἄγγελοι ἀπό τή μιά τούς βοηθοῦν καί τούς παραστέκονται στήν ἀνάβαση, διάβολοι ἀπό τήν ἄλλη τούς παγιδεύουν. Μερικοί γκρεμίζονται καί πέφτουν στό στόμα τοῦ δράκοντα. Ἄλλοι φθάνουν στήν κορυφή, ὅπου τούς περιμένει ὁ Χριστός. Στήν βάση τῆς σκάλας στέκει ὁ Ἰωάννης, πού παρακινεῖ ἄλλους ἀδελφούς νά ἐπιχειρήσουν τήν ἀνάβαση καί σ’ ἐκείνους πού ἀνεβαίνουν νά τήν συνεχίσουν.
Ἄν ζοῦσε ὁ Ὅσιος Ἰωάννης σήμερα, πού ὁ σατανισμός κάνει θραύση καί ἐξολοθρεύει τόσες καί τόσες νεαρές, ἰδίως, ὑπάρξεις, καί ζητούσαμε τήν συμβουλή του γιά τό πῶς πρέπει νά ἀντιμετωπίζουμε τίς ἐνέργειες καί μεθοδεῖες τοῦ πονηροῦ, δέν θά συνιστοῦσε στόν καθένα μας τίποτε ἄλλο, παρά τά ὅσα σχετικά γράφει στήν κλίμακά του:
Παρατάξου ἐναντίον τοῦ πονηροῦ μέ ἔντονη προσευχή. Χτύπα τον μέ τήν ἀδιάλειπτη εὐχή. Θά φύγει γρήγορα, γιατί δέν θέλει ὁ ἀνόσιος νά σέ δεῖ νά στεφανώνεσαι νικητής στήν μάχη ἐναντίον του. Ἡ προσευχή σου τόν καίει σάν τήν φωτιά. Ὁπλίσου στήν προσευχή μέ τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ καί πολέμα καί νίκα. Δέν ὑπάρχει οὔτε στόν οὐρανό οὔτε στήν γῆ πιό ἰσχυρό ὅπλο ἀπ’ αὐτό.
Αὐτό ἄς εἶναι τό πολεμικό σύνθημα, πού ρίχνει καί πάλι ἐφέτος κατά τήν περίοδο τῆς ἐντατικῆς προσευχῆς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ παρουσία τοῦ μεγάλου αὐτοῦ διδασκάλου τῆς «ἁγίας» προσευχῆς.
Προσευχή στόν δοτῆρα καί διδασκαλία τῆς προσευχῆς, στόν Κύριον Ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, νά μᾶς δώσει ἀνδρεῖο νοῦ καί καθαρή προσευχή γιά τόν πόλεμο καί γιά τήν νίκη, γιά τήν ἀνακαίνιση τήν δική μας καί γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου.